Με τις ψήφους της ΝΔ έγινε δεκτό την Τρίτη το βράδυ, το νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών «Αναμόρφωση του συστήματος διακυβέρνησης Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού, κατάργηση νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου δήμων, παρακολούθηση επιδόσεων τοπικής αυτοδιοίκησης, οικονομική και διοικητική διαχείριση οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, ευζωία των ζώων συντροφιάς, κατασκευή και αναβάθμιση λειτουργούντων χερσαίων συνοριακών σταθμών και λοιπές διατάξεις του Υπουργείου Εσωτερικών».
Το νομοσχέδιο καταψήφισαν επί της αρχής και επί του συνόλου ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ, η Νίκη, η Ελληνική Λύση και η Πλεύση Ελευθερίας. «Παρών» στο νομοσχέδιο δήλωσαν οι Σπαρτιάτες.
Μιλώντας νωρίτερα στην ολομέλεια της Βουλής επί του νομοσχεδίου ο αναπληρωτής υπουργός Θοδωρής Λιβάνιος ενημέρωσε την εθνική αντιπροσωπεία, ότι «η μεγάλη μεταρρύθμιση, η πραγματική αλλαγή» που έχει ανάγκη η αυτοδιοίκηση, θα προχωρήσει σε συνεργασία με τη νέα διοίκηση της ΚΕΔΕ, μέσα στο 2024.
«Το νομοσχέδιο που ψηφίζουμε σήμερα, είναι το πρώτο μιας σειράς νομοσχεδίων που θα ακολουθήσουν. Έχουμε να συζητήσουμε την εποπτεία των ΟΤΑ, μια ρύθμιση που υπάρχει από το 2010 και δεν έχει εφαρμοστεί ακόμα. Η ευθύνη είναι ξεκάθαρα διαχρονική.
Έχουμε να συζητήσουμε κυρίως το νέο Κώδικα Αυτοδιοίκησης, που εκεί θα αναλύσουμε το σύστημα διακυβέρνησης, τον τρόπο εκλογής δηλαδή, διαδικασίες που μπορεί να απλοποιηθούν περαιτέρω, την οικονομική διαχείριση, τις αρμοδιότητες, την δομή του δήμου με τα νομικά του πρόσωπα. Αυτά είναι τα μεγάλα που θα δούμε και γι΄αυτό σήμερα κάνουμε ένα βήμα, ώστε από την 1.1.2024 να περιοριστούν αυτά τα νομικά πρόσωπα και να μπορέσουμε αμέσως μετά, και σε συνεργασία με τη νέα διοίκηση της ΚΕΔΕ, να κάνουμε την πραγματική αλλαγή που χρειάζεται η αυτοδιοίκηση».
Ο κ. Λιβάνιος είπε ότι και με το επικείμενο νομοσχέδιο για την εποπτεία των ΟΤΑ και με τον Ενιαίο Κώδικα Αυτοδιοίκησης που θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι το καλοκαίρι, «θα μπει ένα τέλος στο μπάχαλο της πανσπερμίας διατάξεων και νόμων για την τοπική αυτοδιοίκηση, θα μπει τέλος στους διάσπαρτους και πολλές φορές αλληλοαναιρούμενους νόμους. «Εκεί θα γίνει και η ανακατανομή αρμοδιοτήτων. Το ζήσαμε στη Θεσσαλία με τα αναχώματα, τα αρδευτικά και ένα σωρό άλλα ζητήματα», είπε ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών.
Ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών απαντώντας στις επικρίσεις της αντιπολίτευσης ότι η κυβέρνηση φέρνει “στο παρά πέντε” των αυτοδιοικητικών εκλογών, ένα νομοσχέδιο που επιφέρει σημαντικές αλλαγές στο σύστημα διακυβέρνησης της αυτοδιοίκησης, είπε ότι η ΚΕΔΕ, παρουσία όλων των επικεφαλής των παρατάξεων, ήταν ενήμερη 10 μέρες μετά τις εκλογές, για το περιεχόμενο των διατάξεων που θα κατέθετε η κυβέρνηση στη Βουλή.
«Η ΚΕΔΕ ζήτησε πράγματι να πάει μετά τις εκλογές, αλλά επί της ουσίας δεν άκουσα διαφωνία μεγάλη. Το νομοσχέδιο θα ψηφιστεί με όποιον κρίνει ότι είναι στη σωστή κατεύθυνση. Αυτοί που θα κερδίσουν στις εκλογές, θα έχουν 2,5 μήνες μπροστά τους να προετοιμάσουν την ανάληψη της ηγεσίας. Το πρώτο εξάμηνο του 2024, θα ψηφιστούν οι νέοι οργανισμοί των δήμων. Οι καταργούμενες μονάδες θα συνεχίσουν να λειτουργούν μέχρι να γίνει η νέα δομή του δήμου», είπε ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών.
Σε σχέση με τις διατάξεις για το νέο σύστημα διακυβέρνησης, ο Θοδωρής Λιβάνιος είπε ότι με αυτές τις διατάξεις κλείνει μια ιστορική εκκρεμότητα, δηλαδή αντικαθίστανται οι διατάξεις που είχαν θεσπιστεί για να ξεπεραστούν τα προβλήματα που είχαν ανακύψει με το σύστημα της απλής αναλογικής στις αυτοδιοικητικές εκλογές.
Για την εισαγωγή του θεσμού της λογοδοσίας του δημοτικού συμβουλίου, ο κ. Λιβάνιος δήλωσε ότι θα κινείται με βάση το μοντέλο του κοινοβουλευτικού ελέγχου. Δηλαδή συγκεκριμένες ερωτήσεις, τις οποίες θα πρέπει να απαντά η δημοτική αρχή, σε έξι συγκεκριμένες συνεδριάσεις τον χρόνο.
Αναφερόμενος στην κατάργηση των ΝΠΔΔ των δήμων, ο αναπληρωτής υπουργός είπε ότι οι εργαζόμενοι στην αυτοδιοίκηση ήταν διαχρονικά υπέρ της ενσωμάτωσής τους στους δήμους. «Θα υπάρχουν ενιαίοι κανόνες για όλους, ενιαία προμήθεια, ενιαίος προϋπολογισμός, ενιαία έσοδα και έξοδα» είπε ο αναπληρωτής υπουργός και επισήμανε ότι θα αυξηθούν οι γενικές διευθύνσεις προκειμένου να ανταποκρίνονται στις αυξημένες αρμοδιότητες.