Σαβ, 20 Απρ 2024
Αρχική  > Προσλήψεις - Εργασιακά

Τα Οικονομικά του Αγώνα της Ανεξαρτησίας (Επανάσταση 1821-1832)

25/3/2021

Στις 12 Απριλίου του 1823, στη Β' Εθνοσυνέλευση στο Άστρος Κυνουρίας, αποφασίστηκε η σύναψη εξωτερικού δανείου, η οποία θα άλλαζε ριζικά την ελληνική ιστορία. Στην Β' Εθνοσυνέλευση του Άστρος, εκτός από την αναθεώρηση του Συντάγματος, έγινε και ένας πρόχειρος προϋπολογισμός του επαναστατημένου ελληνικού Έθνους, ο οποίος δεν άφηνε κανένα περιθώριο παρερμηνείας: το ταμείον ήταν μείον και παρά τη φορολογία, τους τελωνειακούς δασμούς, τις λείες, τα λάφυρα, τα λύτρα, τον εσωτερικό δανεισμό, και τις εισφορές ντόπιων και φιλελλήνων, τα έξοδα ήταν 38 εκατ. γρόσια και τα έσοδα μόλις 12 εκατ. γρόσια. Η ανάγκη εξωτερικού δανεισμού ήταν πλέον μονόδρομος.

Έτσι στις 2 Ιουνίου 1823, το Εκτελεστικό εξουσιοδότησε τους Ιωάννη Ορλάνδο, Ανδρέα Ζαΐμη και Ανδρέα Λουριώτη να μεταβούν στο Λονδίνο και να συνάψουν δάνειο 4.000.000 ισπανικών ταλλήρων. Το ελληνικό παράδοξο βέβαια εμφανίστηκε ξανά με την επιτροπή να μην έχει χρήματα να ταξιδέψει, τα οποία κάλυψε εν τέλει με δάνειο ο Λόρδος Βύρων. Στις 26 Ιανουαρίου 1824, ο Ιωάννης Ορλάνδος και ο Ανδρέας Λουριώτης έφθασαν στο Λονδίνο και μετά από έντονες διαπραγματεύσεις, στις οποίες πήραν μέρος και μέλη του Φιλελληνικού Κομιτάτου, εγκρίθηκε ένα δάνειο 800.000 λιρών με τον οίκο Λόφναν (9 Φεβρουαρίου 1824). Το δάνειο είχε τόκο 5%, προμήθεια 3%, ασφάλιστρα 1,5% και περίοδο αποπληρωμής 36 χρόνια. Ως εγγύηση για την αποπληρωμή του δανείου τέθηκαν από ελληνικής πλευράς τα δημόσια κτήματα και όλα τα δημόσια έσοδα. Το δάνειο αμέσως μειώθηκε αφού το είχε οριστεί στο 59% του ονομαστικού (472.000 λίρες) και αμέσως μετά αφαιρέθηκαν προμήθειες, χρεολύσια, η προκαταβολή των τόκων δύο ετών συνολικής αξίας 98.000 λιρών, με μόλις 298.000 λίρες να φτάνουν εν τέλει στην Ελλάδα, με την κυβέρνηση Κουντουριώτη να σπαταλά το μεγαλύτερο μέρος του στην εμφύλια διαμάχη, διαψεύδοντας οικτρά τις όποιες ελπίδες υπήρχαν για μια -υποτυπώδη έστω- ανάπτυξη.

Σύντομα έγινε ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα δεν μπορούσε να αποπληρώσει το δάνειο και έτσι στις 31 Ιουλίου του 1824 το Βουλευτικό αποφασίζει τη σύναψη και νέου δανείου, λίγες εβδομάδες μετά την καταστροφή της Κάσου και των Ψαρών κι ενώ η Επανάσταση βρίσκεται σε κρίσιμο στάδιο, με την ίδια...επιτυχημένη ομάδα των Ορλάνδου και Λουριώτη να κάνει πάλι τις διαπραγματεύσεις. Σύντομα εγκρίθηκε δάνειο ονομαστικής αξίας 2.000.000 λιρών και όπως και στο πρώτο δάνειο, το ποσό να μειώνεται στις 816.000 λίρες, αφού το δάνειο είχε οριστεί στο 55% του ονομαστικού (1.100.000) και από αυτό παρακρατήθηκαν 284.000 λίρες για προκαταβολή τόκων δύο ετών, χρεολύσια, προμήθεια και άλλες δαπάνες. Το δάνειο αυτή τη φορά το διαχειρίστηκαν Άγγλοι τραπεζίτες, οι οποίοι απευθείας αφαίρεσαν 212.000 λίρες για την αναχρηματοδότηση του πρώτου δανείου, 77.000 για την αγορά όπλων και πυροβόλων, από τα οποία ελάχιστα ήρθαν στην Ελλάδα, 160.000 για την παραγγελία 6 ατμοκίνητων πλοίων, από τα οποία μόνο τρία έφθασαν στην Ελλάδα («Καρτερία», «Επιχείρηση», «Ερμής») και 155.000 για τη ναυπήγηση δύο φρεγατών στην Νέα Υόρκη, από τις οποίες μόνο η φρεγάτα «Ελλάς» ήλθε στην Ελλάδα, ενώ η δεύτερη πουλήθηκε για να χρηματοδοτηθεί η πρώτη. Τελικά, στην Ελλάδα έφθασε μόνο το ποσό των 232.558 στερλινών, δηλαδή λιγότερο από εκείνο που έλαβε κατά το πρώτο δάνειο, αν και το δεύτερο είχε συναφθεί σε υπερδιπλάσιο ύψος. Τα δύο δάνεια, τα οποία χαιρετίστηκαν ως «σωτήρια» από το ελληνικό πολιτικό κατεστημένο, όχι μόνο δεν βοήθησαν ποτέ τον Ελληνικό Αγώνα, αλλά έφεραν πιο πολλές διαμάχες, ενώ έθεσαν επίσης τη χώρα σε τροχιά εξάρτησης από τις «Μεγάλες Δυνάμεις», εξάρτηση η οποία κατά πολλούς συνεχίζεται μέχρι τώρα.

Σε γενικές γραμμές, η χρηματοδότηση της ελληνικής επανάστασης έγινε από τις Σπέτσες, τα Ψαρά και την Ύδρα, όπως αυτό είχε αναγνωριστεί από τις εθνοσυνελεύσεις, από Έλληνες του εξωτερικού που στήριξαν χρηματικά την επανάσταση και φυσικά από τους ίδιους τους επαναστατημένους Έλληνες. Μια άλλη πηγή χρηματοδότησης είναι τα λάφυρα από τις επιδρομές και τις μάχες. Οι επιδρομές του Οδυσσέα Ανδρούτσου σε καραβάνια εφοδίων των Οθωμανών εξασφάλισαν υλικά, τρόφιμα και όπλα και πολεμοφόφια για μια ολόκληρη πόλη. Είναι δεδομένο ότι οι Σουλιώτες είχαν Ρωσική χρηματοδότηση για αγορά όπλων από την Ιταλία. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης, καταναλώθηκε πλούτος και οικονομικές δομές που υπήρχαν καταστράφηκαν εξαιτίας του πολέμου. Επιπλέον, εμφανίστηκε το φαινόμενο της πειρατείας και ληστείας.

Το Ελληνικό κράτος αναγνωρίστηκε ως αυτοτελές κράτος με το όνομα «Βασίλειον της Ελλάδος» το έτος 1828 με τη Συνθήκη του Λονδίνου (περιλάμβανε τις Κυκλάδες, την Πελοπόννησο, και μέρος της Στερεάς Ελλάδας) αλλά είχε αρχίσει να δέχεται εξωτερικά δάνεια από το έτος 1824-1826. Δύο δάνεια χορήγησαν οι Αγγλικές τράπεζες σε χρυσές λίρες, υπό την παρότρυνση του υπουργού οικονομικών της Αγγλίας λόρδου Κάνιγκ. Το έτος 1826 η κυβέρνηση θα κηρύξει την πρώτη πτώχευση - χρεοκοπία. Τον Απρίλιο του 1826, αναλαμβάνοντας η κυβέρνηση Α. Ζαΐμη, στο ταμείο υπήρχαν 16 γρόσια, ούτε μία λίρα.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας εστίασε στην ίδρυση θεσμών νομικών, διοικητικών, οικονομικών και άλλων. Ίδρυσε Νομισματοκοπείο στην Αίγινα και καθιέρωσε τον φοίνικα ως εθνικό νόμισμα, αντικαθιστώντας το Τουρκικό γρόσι. Μετά την επανάσταση και τις λοιπές προσαρτήσεις η μισή γη ανήκε στο ελληνικό κράτος και δεν καλλιεργούταν. Στο πρόβλημα της διανομής της εθνικής γης ο Καποδίστριας δεν κατάφερε να βρει λύση παραμένοντας έτσι εκατομμύρια στρέμματα δεσμευμένα. Σημαντική ήταν και η συμβολή του στο εμπόριο, με την παραχώρηση δανείων στους νησιώτες για την αγορά πλοίων και κατασκευάζοντας ναυπηγεία στον Πόρο και το Ναύπλιο. Ίδρυσε και το εμποροδικείο της Ερμούπολης, όπως διέταξε και τη συγγραφή κωδίκων δικονομίας και δημοσιονομίας. Επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την γεωργία, βασική πηγή πλούτου της Ελλάδας. Ίδρυσε την Γεωργική Σχολή της Τίρυνθας και έγινε η πρώτη απόπειρα για την καλλιέργεια πατάτας. Προσπαθώντας να ενισχύσει την ελληνική οικονομία ίδρυσε την Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα το 1828, η οποία διαλύθηκε το 1834 από την Αντιβασιλεία.