Πεμ, 25 Απρ 2024
Αρχική  > Παιδεία - Πολιτισμός  > Πολιτισμός - Παραδόσεις

Νομοθετική πρόταση δήμου Αθηναίων για τους θεατρικούς χώρους

30/7/2013
Στα συναρμόδια υπουργεία παραδόθηκε από τον δήμαρχο Αθηναίων, κ. Γιώργο Καμίνη, η νομοθετική πρόταση, που ρυθμίζει το νομικό κενό, το οποίο επί σειρά ετών υπάρχει, στη λειτουργία θεατρικών χώρων και που είχε ως αποτέλεσμα τη σφράγιση, ως ακατάλληλων, αρκετών από αυτούς.
Με γνώμονα την ασφάλεια των θεατών και των εργαζομένων, τη σημασία που έχουν οι χώροι αυτοί για την καλλιτεχνική έκφραση και τη δημιουργία αλλά και το ρόλο που διαδραματίζουν στη ζωντάνια του κέντρου της Αθήνας, η ομάδα εργασίας που συνέστησε ο δήμαρχος Αθηναίων, κατέληξε στη συγκεκριμένη νομοθετική πρόταση, η οποία πρέπει άμεσα να συζητηθεί.
Με τη συγκεκριμένη πρόταση μπαίνει ένα τέλος στην πολύχρονη αδράνεια, που συντηρούνταν από την κεντρική διοίκηση και τις προηγούμενες δημοτικές αρχές.
Στην ομάδα αυτή συμμετείχαν εκπρόσωποι του δήμου Αθηναίων, του υπουργείου Πολιτισμού, του Πυροσβεστικού Σώματος και φορέων των θεάτρων και του πολιτισμού. Την ομάδα συνέδραμαν και υπηρεσιακοί παράγοντες του δήμου Αθηναίων, κυρίως από τις διευθύνσεις Πολεοδομίας, Εμπορίου και Ανάπτυξης και Δημοτικής Αστυνομίας.

Η ομάδα εργασίας συστάθηκε μετά από απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, το οποίο κλήθηκε να αντιμετωπίσει ένα φλέγον θέμα: τη λειτουργία πολλών θεατρικών χώρων και άλλων χώρων συνάθροισης κοινού στην Αθήνα χωρίς την κατοχή της σχετικής άδειας. Η παραπάνω κατάσταση σήμαινε ότι, έως σήμερα, δεν είχε ασκηθεί καμία ελεγκτική αρμοδιότητα κυρίως σε σχέση με την ασφάλεια των εργαζομένων και του κοινού στους χώρους αυτούς. Διαπιστώθηκε, όμως, ότι σε πολλές περιπτώσεις δεν ήταν πρακτικά εφικτή η έκδοση αδείας λειτουργίας, παρ’ ότι θα ήταν δυνατή η τήρηση επαρκών μέτρων για την ασφάλεια εργαζομένων και κοινού, εξ αιτίας είτε των ιδιαιτέρως δύσκαμπτων και αυστηρών διατάξεων που ίσχυαν για τα θέατρα που είναι κατασκευασμένα πριν το 1988, είτε των διατάξεων για χρήσεις γης που είχαν εκδοθεί για ορισμένα τμήματα του ιστορικού κέντρου του Δήμου Αθηναίων. Για την αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής θεωρήθηκε σκόπιμη η προετοιμασία, από την ομάδα εργασίας, μιας νομοθετικής πρότασης, η οποία θα απλοποιούσε το σύστημα αδειοδότησης των θεατρικών χώρων διατηρώντας, όμως ένα ουσιαστικό επίπεδο ασφαλείας για τους θεατές και το κοινό.

Διαπιστώθηκε ότι το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τα θέατρα και τους κινηματογράφους είναι πεπαλαιωμένο, καθώς στηρίζεται σε νομοθετήματα που αποσκοπούσαν στον ουσιαστικό έλεγχο του περιεχομένου των έργων περισσότερο παντός άλλου. Επίσης, η διαδικασία έκδοσης καινούργιας άδειας σε κάθε αλλαγή παράστασης ήταν εντελώς περιττή. Αλλά και σοβαρό πρόβλημα στην έκδοση αδειών διαπιστώθηκε για τις περιοχές, για τις οποίες έχουν εκδοθεί προεδρικά διατάγματα (όπως το Μεταξουργείο), που απαγορεύουν χρήσεις που σχετίζονται με συνάθροιση κοινού. Ωστόσο, η λειτουργία θεατρικών χώρων και άλλων χώρων τέχνης δεν προκαλεί όχληση στους κατοίκους των παραπάνω περιοχών, δεν αλλοιώνει τον αρχιτεκτονικό και αισθητικό χαρακτήρα τους, αλλά αντιθέτως τους δίνει μία νέα ζωτικότητα, της οποίας η διατήρηση είναι κρίσιμη.

Διαπιστώθηκε επίσης η λειτουργία πολυχώρων, δηλαδή χώροι στους οποίους μπορούν παράλληλα να διενεργούνται διάφορες παραστάσεις αλλά και άλλα οπτικοακουστικά δρώμενα και μορφές τέχνης.

Τέλος, πολλές από τις παραστάσεις γίνονται για περιορισμένο κοινό, σε μικρούς χώρους. Ωστόσο, με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, σε πολλές περιπτώσεις οι χώροι αυτοί έπρεπε να έχουν προδιαγραφές ασφαλείας που αντιστοιχούσαν σε πολύ μεγαλύτερους χώρους με πολύ περισσότερους θεατές και, μάλιστα, χωρίς τη δυνατότητα αποκλίσεων από τις πολύ αυστηρές σχετικές ρυθμίσεις.
Το προτεινόμενο νομοθετικό πλαίσιο επιχειρεί μία ελαστικοποίηση του τυπικού πλαισίου αδειοδότησης όχι μόνο των θεάτρων, αλλά και του συνόλου των χώρων, στις οποίες συναθροίζεται το κοινό, προκειμένου να παρακολουθήσει οπτικοακουστικές παραστάσεις. Κυριαρχούν η απλοποίηση και η ελαστικότητα. Ειδικότερα, προκρίνεται ένα σύστημα μόνιμης αδειοδότησης του χώρου (άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας), η οποία δεν χρειάζεται να τροποποιείται ή να αλλάζει καθ’ οιονδήποτε τρόπο όταν δίνεται άλλη παράσταση. Η αδειοδότηση αφορά τα πολεοδομικά χαρακτηριστικά όπως και την πυροπροστασία του χώρου και παρέχεται μία φορά, ενώ ο πυροσβεστικός έλεγχος είναι περιοδικός ανά τριετία, όπως και η πιστοποίηση της τήρησης των σχετικών πολεοδομικών διατάξεων με υπεύθυνη δήλωση του δικαιούχου της άδειας, συνυπογραφόμενη από διπλωματούχο μηχανικό ή με αίτημα ελέγχου προς τη Πολεοδομία. Ακόμη, καθιερώνεται και η άδεια παράστασης για τις περιπτώσεις που μία παράσταση δίνεται σε χώρο, ο οποίος δεν διαθέτει τη (μόνιμη) άδεια λειτουργίας και εγκατάστασης. Επίσης, η ευθύνη αδειοδότησης περνά καθαρά στους Δήμους με τη συνδρομή της πολεοδομίας τους και της πυροσβεστικής υπηρεσίας.

Τέλος, βασική πρόβλεψη είναι ότι η αδειοδότηση μπορεί να χορηγηθεί, εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις ασφαλείας οποιουδήποτε εκ των νομοθετημάτων που έχουν θέσει σχετικούς όρους και παρέχεται η δυνατότητα για αποκλίσεις μετά από αιτιολογημένη γνώμη για τα μέτρα πυρασφάλειας από την Πυροσβεστική Υπηρεσία. Ο χαρακτήρας της νομοθετικής αυτής πρότασης είναι προσωρινός, καθώς ο πλήρης εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου, σε συνδυασμό με μία επανεξέταση των κριτηρίων ασφαλείας και την κατάταξή τους αναλόγως των θεατών που μπορούν να παρακολουθήσουν μία παράσταση, είναι μία εργασία που απαιτεί τεχνογνωσία που εκφεύγει των ορίων της ομάδας εργασίας που συνέστησε ο Δήμαρχος. Για το λόγο αυτό και εξαιρούνται από τις ρυθμίσεις της πρότασης οι κινηματογράφοι, πλην της διατάξεως που προβλέπει την κατάργηση της επιτροπής του ν.δ. 446/1937.