Παρ, 19 Απρ 2024
Αρχική  > Πολιτική - Οικονομία - Διεθνή

Είκοσι χρόνια χωρίς τον Γιώργο Γεννηματά. Το μήνυμα της Φώφης

25/4/2014
Είκοσι χρόνια συμπληρώνονται σήμερα 25 Απρίλιου 2014 χωρίς τον Γιώργο Γεννηματά. 
Η Φωφη Γεννηματά ανήρτησε στην προσωπική της ιστοσελίδα, ένα κείμενο σε προσωπικό τόνο, μα  με πολλά πολιτικά μηνύματα.
Παράλληλα ανήρτησε σε ηλεκτρονική μορφή το εξαντλημένο βιβλίο με όλα τα κείμενα του Γιώργου Γεννηματά, το οποίο μπορείτε να κατεβάσετε πατώντας ΕΔΩ

" Σκέψεις και συναισθήματα πλημμυρίζουν την καρδιά και το μυαλό.
Αγάπη, πόνος,  νοσταλγία,  αναμνήσεις, εικόνες,  θαυμασμός,  πίστη, έμπνευση,  σεβασμός…

Δεν χωρούν σε λίγες λέξεις όσα νοιώθω.
Για τον πατέρα που δεν έχω πλάι μου.
Για τον παππού που τα εγγόνια του δεν γνώρισαν το χάδι του.
Για τον άνθρωπο που δεν πρόλαβε να ζήσει όσα άξιζε.

Όμως πρόλαβε να μας δώσει τόση αγάπη που μας συντροφεύει και μένα και τη Μαίρη και μας δίδαξαν μαζί με την Κάκια του, την αγαπημένη μας μητέρα, μια στάση ζωής που μας βοήθησε να σταθούμε όρθιες στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε με ελπίδα και αισιοδοξία.

Δεν χωρούν σε λίγες γραμμές όσα έζησα δίπλα του, όσα έζησαν και σχεδίασαν κοντά του οι συνεργάτες και οι φίλοι  του, όσα πίστεψαν και οραματίστηκαν μαζί του οι πολίτες όλης της Ελλάδας.

Αναζητούμε όλοι αυτά που μας ενώνουν και κρατούν ζωντανή μέσα μας τη μνήμη του.

Το χαμόγελό του που έβλεπε ότι έπρεπε να χτίσουμε μια σύγχρονη Ελλάδα κι εργάστηκε γι αυτό σκληρά μέχρι την τελευταία ικμάδα της δύναμής του.

Την εικόνα του που βρίσκεται σε οργανώσεις και σπίτια και θυμίζει το πάθος του για το σοσιαλισμό, τη δημοκρατία, την πολιτική που έχει τον άνθρωπο στο επίκεντρο.

Τον ήχο της φωνής του, αυτή τη βαθειά, ζεστή φωνή που τη μια στιγμή απήγγειλε Βάρναλη και την άλλη εναντιωνόταν στο ρατσισμό και την ξενοφοβία.

Τον έλεγαν οραματιστή κι εκείνος απαντούσε «ας λεν, μόνο όποιος έχει όραμα μπορεί να γίνεται ρεαλιστής για να κάνει πράξη το όραμά του».

«Πιστεύω στο σοσιαλιστικό όνειρο» έλεγε. «Ξέρω ότι αυτό θα αγγίξει ίσως τα παιδιά των παιδιών μας, αλλά πιστεύω σ’ αυτό. Λεν ότι το μέλλον της ανθρωπότητας είναι απρόσμενο, εγώ λέω ότι απρόσμενο είναι το μέλλον γι αυτούς που δεν προσβλέπουν».

Πίστευε στην ενότητα του Ελληνισμού, στην ανάγκη συνεννόησης για τα Εθνικά μας θέματα, με ομοψυχία. Δεν έχουμε την πολυτέλεια του διχασμού έλεγε στη Βουλή.

Δε θα ξεχάσω ποτέ το ποτάμι των ανθρώπων που τον υποδέχτηκαν στη Μεσσηνία, στις εκλογές του 85, στην Αλλαγή. Ο ίδιος έγινε γέφυρα ενότητας και φιλίας, έμπαινε στα πράσινα, τα μπλε, τα κόκκινα καφενεία και γκρέμιζε τείχη ετών. Κάποιος σε μια περιοδεία του φώναξε «γεια σου Έλληνα» και τον αγκάλιασαν με μια εκτίμηση που αντέχει μέχρι σήμερα.

Είχε ένα μεράκι να ζωντανέψει η ξεχασμένη Ελλάδα, πάθος για την αποκέντρωση, τη λαϊκή συμμετοχή, την ενεργοποίηση του πολίτη, την ανάπτυξη της περιφέρειας.
Δεν είναι τυχαίο ότι όταν του ζητήθηκε να ξεχωρίσει μια ευτυχισμένη στιγμή της πολιτικής του διαδρομής ξεχώρισε μια λαϊκή συνέλευση στα Κουφονήσια.

Για χρόνια κάποιοι πίστευαν ότι ο Γιώργος Γεννηματάς ήταν γιατρός, ο ίδιος έλεγε «είμαι ένας πολιτικός μηχανικός που προσπαθώ να γίνω πολιτικός», η αλήθεια είναι ότι ευτύχησε να θεμελιώσει το Εθνικό  σύστημα υγείας.

Πίστευε  στο διάλογο και τη συμμετοχή, σε ένα δυνατό και μαζικό συνδικαλιστικό κίνημα.

Τις τελευταίες του δυνάμεις τις αφιέρωσε στον κοινωνικό διάλογο. Μια συνάντηση με τους παραγωγικούς φορείς στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας όπου είχε στόχο το τρίπτυχο Σταθερότητα – Ανάπτυξη – Κοινωνική προστασία έβαλε τις βάσεις της πολιτικής που οδήγησε τη χώρα στο Ευρώ.

Πίστευε ότι χρειαζόταν μια γενναία δημοσιονομική μεταρρύθμιση όχι εισπρακτικού χαρακτήρα αλλά με χαρακτηριστικά κοινωνικής δικαιοσύνης.

«Η δημοσιονομική μεταρρύθμιση έλεγε με σταθερότητα, είναι αναγκαία συνθήκη, ως άθροισμα, με την αναπτυξιακή προσπάθεια και την κοινωνική προστασία».

Απέκτησε πολλές ιδιότητες, ο ίδιος ξεχώριζε ως πιο τιμητική αυτή του μέλους του ΠΑΣΟΚ που όπως έλεγε δε θα γινόταν ποτέ τέως. Υπήρξε υπέρμαχος του μεγάλου ενιαίου και πλειοψηφικού ΠΑΣΟΚ. Για να πετύχουμε έλεγε χρειάζονται μόνο τρία πράγματα ενότητα, οργάνωση, αγώνας.

Στις 14 Απριλίου 1994 έμελλε να διαβαστεί το τελευταίο μήνυμά του στο 3ο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ. «Ο εκσυγχρονισμός δεν ήταν ποτέ και δεν είναι μόδα, είναι η μάχη ανάμεσα στο παλιό και το καινούργιο. Το νέο ΠΑΣΟΚ μπορεί και πρέπει να πρωταγωνιστήσει στον απαραίτητο για τη χώρα μας πολιτικό εκσυγχρονισμό».

Στην ιδιόχειρη διαθήκη που άφησε γράφει:
«Οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους τους Έλληνες και τις Ελληνίδες που μου συμπαραστάθηκαν.
Για το ΠΑΣΟΚ το κόμμα που τόσο αγάπησα εύχομαι ενότητα, περίσκεψη και αποφασιστικότητα.
Αυτά που δεν μπόρεσα να ολοκληρώσω είμαι βέβαιος ότι θα αποτελέσουν στόχο πολλών που με περισσότερες δυνάμεις από εμένα θα τα κάνουν πράξη»

Πολλοί είναι εκείνοι που σήμερα αναρωτιούνται τι θα γινόταν αν ζούσε, τι θα έκανε.

Αυτή την απάντηση δυστυχώς δε θα την έχουμε  ποτέ. Ας μου επιτραπεί να πω όμως, με όποιον υποκειμενισμό μπορεί να έχει η γνώμη μου ότι αν δεν είχε φύγει τόσο νωρίς από τη ζωή θα είχαμε σίγουρα προλάβει πολλά. Ίσως να μην είχαμε φτάσει εδώ. Άλλωστε αυτό προκύπτει από όλη του την διαδρομή.

Συνήθιζε να λέει ότι έχουμε ανάγκη από μια εθνική στρατηγική για την Ελλάδα και τον Ελληνισμό που να ξεπερνά την εμβέλεια ενός κόμματος και το χρονικό ορίζοντα μιας κυβερνητικής θητείας.

«Η εθνική στρατηγική δεν εξαντλείται στην υπόθεση της υπεράσπισης της εδαφικής ακεραιότητας. Απαιτεί χάραξη μιας αναπτυξιακής στρατηγικής που θα αξιοποιεί τις εξελίξεις στην κοινότητα και θα περιορίζει το κόστος των προσαρμογών, γιατί η ανάπτυξη δεν είναι αυτόματο υδραυλικό σύστημα που μεταφέρει πόρους από το κράτος ή από το κοινωνικό σύνολο στο παραγωγικό σύστημα».


Η διαδρομή του και η σφραγίδα του στην μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας αποτελούν σημείο αναφοράς για όλους τους Έλληνες.

Εμείς, η οικογένεια του, οι φίλοι του και οι στενοί του συνεργάτες  20 χρόνια μετά το θάνατο του, ως  εκδήλωση μνήμης και με την πίστη ότι οι ιδέες του Γιώργου Γεννηματά παραμένουν επίκαιρες και ζωντανές, αποφασίσαμε να μετατρέψουμε σε ηλεκτρονική μορφή το βιβλίο με τα βασικά κείμενά του, που είχε εκδοθεί το 1995.

Οι σκέψεις του,  οι προβληματισμοί, η παρακαταθήκη που άφησε ο Γιώργος Γεννηματάς ανήκουν  στη μεγάλη δημοκρατική παράταξη.

Στους ανθρώπους που πίστεψαν στην αλλαγή και το δημοκρατικό εκσυγχρονισμό.

Σήμερα που η παράταξη αναζητά το δρόμο της, μια νέα ενότητα και ελπίδα, πιστεύουμε ότι τα κείμενα αυτά μπορούν να συμβάλλουν στον προβληματισμό και το διάλογο.

Από σήμερα κάθε Έλληνας  και Ελληνίδα μπορεί να έχει ελεύθερη πρόσβαση στα κείμενα του Γιώργου Γεννηματά.

Ευχαριστούμε όλους όσους συνέβαλαν στην έντυπη και στην ηλεκτρονική έκδοση.

Φώφη Γεννηματά "

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Για την ταυτότητα και το ρόλο της Αριστεράς

Βέβαια, το ποια είναι η Αριστερά σήμερα είναι ένα καλό ερώ­τημα, αλλά δεν είναι τώρα η ώρα να απαντήσουμε. Πάντως, αρι­στερός δεν μπορεί να είναι εκείνος που αποκλείει το δικαίωμα σε κάποιον άλλο να είναι άνθρωπος της προόδου. Προσωπικά δεν αισθάνομαι ακόμη αριστερός. Προσπαθώ να γίνω. Αυτοί όμως που μονοπωλούν τον τίτλο του αριστερού καλό θα είναι να επα­ναπροσδιορίσουν το περιεχόμενο του όρου. Η Αριστερά, λοιπόν, δεν πέφτει θύμα εντυπωσιασμών από κανέναν, γιατί η Αριστερά είναι αποτέλεσμα κοινωνικών συγκρούσεων και επομένως δεν μπορεί να καπελώνεται από πολιτικές ή τακτικές πολιτικών φορέων ή μεμονωμένων προσώπων. Πολύ περισσότερο όταν υπάρχει ένα συνδικαλιστικό κίνημα σκληρό, ενωμένο, ταξικό. Το δικό μου ερώτημα είναι: Υπάρχει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα ή πρέπει να υπάρξει μια νέα αρχή για ένα συνδικαλιστικό κίνημα ενωμένο, ταξικό, πολιτικοποιημένο, ακηδεμόνευτο;
Εγώ προσωπικά αναγνωρίζω το δικό μου μερίδιο στο βαθμό που υπήρξα στην καθοδήγηση ενός πολι­τικού φορέα που ασχολήθηκε με τα κοινά. Τώρα, αν είναι προπέ­τασμα καπνού για μια άλλη οικονομική πολιτική, όπως λέτε, αυ­τά τα πρώτα μέτρα, αυτό εξαρτάται απ’ το πώς αντιμετωπίζει ο καθένας μας αυτά που είπα πιο πριν. Πιστεύω στις αλλαγές, εί­πα. Άρα πιστεύω στην πρόοδο και πιστεύω και στην αναθεώρη­ση. Κι αυτό δεν είναι λάθος, στο βαθμό που υπάρχει πραγματική θέληση. Κι αυτό δεν είναι λάθος, στο βαθμό που υπάρχει πραγ­ματική στάθμιση των αντικειμενικών συνθηκών. Αν αυτό λέγεται περεστρόικα ή ανασυγκρότηση ή ανανέωση ή αναθεώρηση, δεν ενδιαφέρει.
Πριν από λίγα χρόνια, ακόμα και φραστικά θα τολ­μούσαν να προφέρουν αυτές τις λέξεις; Σήμερα, η διεθνής κοινό­τητα παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα τη μεγάλη μάχη του Γκορμπατσόφ
Στην Ελλάδα φαίνεται ότι δεν είσαι ό,τι δηλώσεις, όπως είπε ο Τσαρούχης, αλλά ό,τι δηλώσουν οι άλλοι για σένα. Εγώ όμως έσπευσα να πω ότι δεν είμαι ακόμη αριστερός. Προσπαθώ πά­ντως – όπως είπα. Άλλωστε αριστερός είναι εκείνος που δε μοι­ράζει το λαό σε αριστερούς και δεξιούς χωρίς αντιστοιχία προς τις πραγματικές ταξικές αντιθέσεις. Με ενδιαφέρει η συνείδηση του ΠΑΣΟΚ να είναι αριστερή στο σύνολό της και όχι στο επίπε­δο ενός προσώπου που θα λειτουργούσε όπως λέτε ως άλλοθι. Αλήθεια, τι σημαίνει πρόοδος σήμερα; Μιλάμε ακόμα με ό,τι μας έλεγαν οι διανοούμενοι και οι φιλόσοφοι του 1848; Αυτά σίγουρα χρειάζονται μια καινούρια θεώρηση σήμερα
Πρέπει να ξεφύγουμε από αρχέγονα διλήμματα του τύπου «Επα­νάσταση ή μεταρρύθμιση». Η Επανάσταση είναι αυτή που απαι­τείται στη σκέψη και η συνεχής μεταρρύθμιση σε κάθε πράξη της Αριστεράς γύρω από την πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή.
Πρέπει, επίσης, να μην περιοριστούμε σε διαπρύσιους κήρυ­κες ενός μελλοντικού θαύματος ή σε απλούς πρακτικιστές του σή­μερα.
Πρέπει από σήμερα να αντιτάξουμε στο λεγόμενο οικονομικό ορθολογισμό χωρίς όρια των νεοφιλελευθέρων ένα πλαίσιο κοι­νωνικών και πολιτιστικών κυρίως επιλογών μέσα στο οποίο θα κι­νούνται ο ορθολογισμός και η οικονομική πρακτική, αλλά ταυτο­χρόνως να προβάλουμε ξανά τις αξίες μας και το όραμά μας.
Το συμβατικό γκρέμισμα του Τείχους του Βερολίνου ανατρέ­πει την οικονομική ισορροπία. Η Δυτική Γερμανία, εν όψει της γερμανικής ενοποίησης, ασκεί τώρα επεκτατική οικονομική πο­λιτική μεταφέροντας, για λόγους πολιτικούς, πόρους προς την Ανατολική Γερμανία, ενώ για λόγους οικονομικούς θα προωθή­σει επενδύσεις και ανταλλαγές προς τις νέες αγορές της ΕΣΣΔ.
Η εξέλιξη, βεβαίως, αυτή όχι μόνο δεν ικανοποιεί το αίτημα για άνοιγμα της Γερμανίας προς το Νότο, αλλά αντιθέτως θα επι­βραδύνει, αν δε ματαιώνει, τη νέα αύξηση –το 1993– των πόρων των διαρθρωτικών ταμείων της Κοινότητας. Η άρση των ανισοτή­των και η σύγκλιση οικονομιών κινδυνεύουν.
 
 
Η ολοκλήρωση της Ενιαίας Εσωτερικής Αγοράς, που για πολλούς θεωρείται δεδομέ­νη, θα αντιμετωπίσει τα προβλήματα της οικονομικής και κοινω­νικής συνοχής.
Από την ίδρυσή μας απορρίψαμε και απορρίπτουμε: τα πρό­τυπα του υπαρκτού σοσιαλισμού και του νεοσυντηρητισμού, αλλά και τις μεθόδους που διαιώνιζαν την επικυριαρχία του.
Αγωνιστήκαμε και αγωνιζόμαστε για την πολιτική, οικονομι­κή και κοινωνική δημοκρατία ταυτόχρονα. Η πολιτική καταπίε­ση, η οικονομική εκμετάλλευση και η κοινωνική εγκατάλειψη αποτελούσαν και αποτελούν, δυστυχώς, χαρακτηριστικά, που κυ­ριαρχούσαν, είτε το ένα είτε το άλλο, σε χώρες και των δύο συ­στημάτων.
Διακηρύξαμε και διακηρύσσουμε ότι υπάρχει ένας άλλος δρόμος, δημοκρατικός και ειρηνικός. Ένας δρόμος που παρα­μερίζει αποστεωμένα πρότυπα και δογματισμούς. Ένας δρόμος που απελευθερώνει τον άνθρωπο αλλά και τις παραγωγικές και κοινωνικές δυνάμεις. Ένας δρόμος που κατοχυρώνει και τα ατο­μικά δικαιώματα και τις συλλογικές κατακτήσεις
Μπροστά στη σκληρή σημερινή πραγματικότητα, που γίνεται σκληρότερη μπροστά σε ένα απρόσμενο μέλλον, η Αριστερά έχει πολλές «Βαστίλλες» να αλώσει. Πρέπει πρώτα απ’ όλα να δώσει τη μάχη με τον εαυτό της. Χωρίς ιδεολογήματα, αφορισμούς και αποκλεισμούς μπορεί και πρέπει να ξαναζωντανέψει το όραμα των πανανθρώπινων αξιών. Μπορεί και πρέπει να βρει τη σύ­γκλιση ιδιαίτερα στη χώρα μας, ανεξαρτήτως βραχυπροθέσμων πολιτικών επιδιώξεων, αλλά και στην Ευρώπη. Στρώματα κάθε μορφής θα αντιπαλέψουν αυτούς που θα επιχειρήσουν να φορτώ­σουν σ’ αυτά όλο το κόστος των προσαρμογών ή ενός σκληρού αναχρονιστικού «εκσυγχρονισμού». Αν δε βρουν στο δρόμο του αγώνα τους την έμπνευση και τη στήριξη της Αριστεράς, ορισμέ­να απ’ αυτά ή θα αναζητήσουν προστασία με τους γνωστούς κιν­δύνους που κατέστρεψαν την Ευρώπη στη δεκαετία του 1930 ή θα δημιουργήσουν νέες πολιτικές δυνάμεις
 
 
 Για το δημοκρατικό εκσυγχρονισμό\

Ο εκδημοκρατισμός είναι μια συνεχής αναφορά στην οικονο­μική, κοινωνική, πολιτική δημοκρατία και μέσα στους χώρους δουλειάς. Ο καθένας όμως την αντιλαμβάνεται ανάλογα με το πού στοχεύει και, βεβαίως, θα υπάρξουν διαφωνίες όσον αφορά στη στρατηγική του εκδημοκρατισμού. Τον εκσυγχρονισμό όμως δεν μπορεί κανένας να τον αρνηθεί. Δεν υπάρχει δίλημμα εκδημοκρα­τισμός ή εκσυγχρονισμός. Ο εκσυγχρονισμός επιτάσσει να βλέ­πουμε τα πράγματα σύμφωνα με τη σημερινή πραγματικότητα. Ταυτόχρονα, να προσβλέπουμε στο αύριο και να αναλύουμε με σύγχρονη και δημιουργική σκέψη. Οι κοινωνικές δυνάμεις όμως έχουν αυτοδύναμο ρόλο να παί­ξουν και ο εκσυγχρονισμός πρέπει να είναι το πλαίσιο που θα οδηγεί αυτή τη στιγμή τις κοινωνικές δυνάμεις που υπάρχουν σ’ ένα βήμα προς τα εμπρός. Ο εκσυγχρονισμός είναι κάτι που πρέ­πει να βρίσκει σύμφωνες τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις του τόπου, ενώ σ’ έναν εκδημοκρατισμό μπορεί να υπάρχουν διαφωνίες
Δύο βασικές επιλογές διαπνέουν αυτό τον καιρό την πολιτική μας. Ο εκδημοκρατισμός είναι η μία και ο εκσυγχρονισμός η άλ­λη, που είναι μια αδήριτη αναγκαιότητα. Είμαστε υποχρεωμένοι να συνδυάσουμε την επιθυμητή κοινωνική τροχιά, την αναγκαία αναπτυξιακή στρατηγική και σε τελευταία ανάλυση μια εφικτή οικονομική πορεία.
Ήταν μία ακόμη προσπάθεια στο δίδυμο, που είπα λίγο πριν, του εκδημοκρατισμού και του εκσυγχρονισμού.
Με τον εκδημοκρατισμό μπορούμε να συνθέσουμε αποκλίνο­ντα συμφέροντα. Μέσα στην κοινωνία υπάρχουν αντιθέσεις. Και δεν υπάρχει κανείς να μπορεί να μας πει ότι είναι δυνατό να κα­ταργήσουμε τις αντιθέσεις με νόμους ή με αφορισμούς.
Όμως με τις διαδικασίες του εκδημοκρατισμού μπορεί να γίνει σύνθεση έστω σε κάποια προβλήματα, εφόσον είναι συγκεκρι­μένη η επιθυμητή κοινωνική τροχιά που είπα στην αρχή.
Με τον εκσυγχρονισμό δε χρειάζεται καν να συνθέσεις. Γιατί με τον εκσυγχρονισμό έρχονται στην επιφάνεια τα συγκλίνοντα συμφέροντα ανάμεσα στους κοινωνικούς εταίρους. Και τότε είναι ευκολότερο να χαραχτεί ή να υλοποιηθεί μέσα από αυτή τη συ­νεργασία η αναγκαία αναπτυξιακή στρατηγική με τους λιγότε­ρους κλυδωνισμούς απ’ ό,τι θα μπορούσε να συμβεί τώρα που ψά­χνει όλη η ανθρωπότητα ένα καινούριο modus vivendi.
Έτσι μπορούμε να χαράζουμε με το συγκερασμό του εκδημο­κρατισμού και του εκσυγχρονισμού μια εφικτή οικονομική πο­ρεία.
Ο πέμπτος μεγάλος εκσυγχρονισμός είναι η βιομηχανι­κή και τεχνολογική στρατηγική. Τώρα, όλοι προσπαθούν να ελέγ­ξουν τη μεταβαλλόμενη τεχνολογία. Γενικά, ευχολόγια για υψη­λή τεχνολογία, βιοτεχνολογία, τεχνολογία αιχμής δεν ευσταθούν. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι μπορούμε και τι όχι. Πρέπει να εί­μαστε ρεαλιστές. Την τεχνολογική στρατηγική πρέπει να τη συν­δυάσουμε με τη βιομηχανική στρατηγική και αυτή να τη συνδυά­σουμε με το έλλειμμα του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών. Πρέπει, κυρίως, να δώσουμε το βάρος για την αύξηση του πλεο­νάσματος που έχουμε στα είδη χαμηλής τεχνολογίας, στα κατανα­λωτικά αγαθά και αυτό μας συμφέρει. Γιατί η μόνη αγορά που ανοίγεται σήμερα είναι η ΕΣΣΔ και δεν έχει ανάγκη από βαριά τεχνολογία, δεν έχει ανάγκη από υψηλή τεχνολογία, ή, αν χρεια­στεί, θα τη βρει στην Ιαπωνία ή στην Αμερική σε προγράμματα ή, πιθανόν, στη Γαλλία, παρά την κρίση που περνούν σήμερα οι επι­χειρήσεις της. Εμείς, όμως, μπορούμε να δώσουμε τη μάχη σε υπη­ρεσίες (τουριστικές κατασκευές) και σε καταναλωτικά αγαθά και να αυξήσουμε το πλεόνασμα. Άρα, εκεί πρέπει να δώσουμε τη μά­χη. Πρέπει, επίσης, να τονιστεί η σημασία των τροφίμων και, επο­μένως, του εκσυγχρονισμού της γεωργίας.
Με το χέρι στην καρδιά, όχι μόνο δεν έχει ξεπεραστεί το όραμά μας και δεν έχει ξεθωριάσει, αλλά το όραμα αυτό είναι το μόνο που μπορεί να δώσει στην ανθρωπότητα την προοπτική να ξεφύ­γει από τη βαρβαρότητα. Ο εκσυγχρονισμός είναι αδήριτη ανα­γκαιότητα, αλλά ξέρουμε ότι οι εκσυγχρονισμοί δεν είναι απλώς συγκυριακοί. Ο εκσυγχρονισμός είναι μια, μάχη ανάμεσα στο πα­λιό και στο καινούριο. Ο εκσυγχρονισμός ξεκινάει από τη μυθο­λογία. Τι άλλο έκανε ο Προμηθέας, όταν έδωσε τη φωτιά που ήταν ταυτόχρονα γνώση και ενέργεια; Θυμόμαστε πάντα την ενέργεια και κάνουμε πολέμους γι’ αυτήν. Σπανίως τη γνώση και την επί­γνωση. Ο εκσυγχρονισμός το 1909 ήταν πολύ συγκλονιστικός, όταν μπήκε στο χώρο της παραγωγής ο ιμάντας μεταβίβασης. Το 1930, με το Νιου Ντιλ ο εκσυγχρονισμός ξαναήταν συναρπαστι­κός, όπου το εμπόριο κυριάρχησε στην παραγωγή, ή στη συνέχεια η ανασυγκρότηση της Ευρώπης το 1948. Η Ελλάδα παρακολού­θησε από μακριά αυτούς τους εκσυγχρονισμούς ή μάλλον πλήρω­σε το κόστος του μη εκσυγχρονισμού. Και το ερώτημα είναι αυ­τός ο καινούριος εκσυγχρονισμός που επιταχύνεται λόγω των γε­γονότων της τεχνολογίας, λόγω της διεθνοποίησης και της οικου­μενικοποίησης της οικονομίας, δε θα έχει κόστος, δε θα έχει όφε­λος; Ποιος θα πληρώσει το κόστος; Πώς θα επιμεριστεί το όφε­λος; Αυτά είναι καινούρια διλήμματα που προωθούν νέες κοινω­νικές αντιθέσεις. Θα δεχτούμε τα σύγχρονα μέσα και η σύγχρο­νη σκέψη να τεθούν στην υπηρεσία του συστήματος εκμετάλλευ­σης του ανθρώπου από άνθρωπο ή θα δώσουμε τη μάχη να μην πληρώσουν οι μικρές χώρες, να μην κερδίσουν μόνο οι μεγάλες σε βάρος τους; Θα δώσουμε τη μάχη να μην πληρώσουν οι λαϊκές τάξεις, να μην επωμιστούν ολόκληρα τα βάρη;
Ο δημοκρατικός εκσυγχρονισμός απαιτεί μεταρρυθμίσεις πα­ντού. Στις διαδικασίες και τις μεθόδους.
• Στην παραγωγική βάση της Οικονομίας, στην Παιδεία, στην εκπαίδευση, στην κατάρτιση, στην έρευνα και στην τεχνολο­γία.
• Στην οργάνωση της Πολιτείας, της διοίκησης, αλλά και στην κοινωνική οργάνωση.
• Στην ανάγκη μιας βαθιάς και διαρκούς διεργασίας αναζή­τησης, μελέτης, σχεδιασμού, προγραμματισμού και απόφα­σης.
• Συνεχή και διαρκή πολιτικό και κοινωνικό έλεγχο και δια­φάνεια κατά την πραγματοποίηση των αποφάσεων.
Για τη σχέση Ρεαλισμού-ιδελογίας
 
Ξέρουμε καλά ότι για να πετύχουμε στόχους από το όραμά μας απαιτείται ρεαλισμός. Μας λένε καμιά φορά οραματιστές. Μα μόνο ένας που έχει όραμα μπορεί να είναι ρεαλιστής για να κάνει πράξη το όραμά του. Ο ρεαλισμός είναι το πρώτο εφόδιό του.
 
Δεν ισχυρίζομαι ότι μπορούμε με ανατεταμένες απλώς τις σημαίες να κερδίσουμε. Δεν μπορούμε απλώς με ιδεολογία να κερδίσουμε τη μάχη της ανάπτυξης, αλλά, αλίμονο, χωρίς ιδεολογία θα χάσουμε και τη μάχη της ανθρωπιάς.
 
Τόσο ο στόχος του δημοκρατικού εκσυγχρονισμού όσο και οι μέθοδοι, οι διεργασίες και οι διαδικασίες των μεταρρυθμίσεων πρέπει να βασίζονται στο τρίπτυχο: διάλογος - συμμετοχή - γνώ­ση
Και οι επίγονοι των πρωτεργατών του αστικού πολιτεύματος, των επα­ναστατών και των συντηρητικών και των ριζοσπαστών, σήμερα θα θεωρούσαν και οι δύο πτέρυγες ντροπή τους αν εν ονόματι κά­ποιων επιλογών ή αστοχιών θα γυρίζαμε πριν από τη Γαλλική Επανάσταση, θα γυρίζαμε στη φεουδαρχία και στον πατέρα αφέ­ντη, στο νόμο της ζούγκλας, εκεί που θέλουν να μας πάνε οι μο­νεταριστές, οι νεοφιλελεύθεροι και οι θεωρητικοί απολογητές του Μπιουκάναν.
Αλίμονο αν σαρωθεί όχι μόνο το Κράτος Πρόνοιας αλλά και η ίδια η πολιτική. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι εννοούμε με τον όρο Κράτος Πρόνοιας. Για να δούμε αν συμβιβάζεται πράγματι ή όχι με τον εκσυγχρονισμό και την παραγωγικότητα. Κράτος Πρόνοιας για μας σημαίνει αμοιβή σύμφωνα με την προσφορά στην παραγωγική διαδικασία. Κράτος Πρόνοιας σημαίνει Κοινω­νικές Υπηρεσίες σύμφωνα με τις ανθρώπινες ανάγκες. Κράτος Πρόνοιας σημαίνει τα άτομα με ειδικές ανάγκες να μη βρίσκο­νται στον παρονομαστή της διανομής του προϊόντος αλλά στον αριθμητή, ενεργά άτομα μέσα στην κοινωνία
Αλί­μονο αν αφήσουμε τους τεχνοκράτες να αποφασίζουν μόνοι τους, αλίμονο αν αποφασίζουμε εμείς οι πολιτικοί ερήμην των τεχνο­κρατών, χωρίς τη γνώμη τους. Πάνω απ’ όλα χρειάζεται όχι γνώ­μη και γνώση, μα επίγνωση, και να καταλάβουμε ότι κανείς μα κανείς δεν μπορεί, είτε με την πολιτική του γνώμη είτε με την τε­χνική του γνώση, να αγνοήσει τους ανθρώπους που ονομάζουμε χρήστες, δηλαδή τους ανθρώπους που υπερασπίζονται την υγεία μας.
Τρεις άθλιες ιδεολογίες που προσπαθούν να κυριαρχήσουν τον τελευταίο καιρό. Η θεωρία του δήθεν τέλους των ιδεολογιών, η ιδεολογία του όλοι το ίδιο είναι και η ιδεολογία της ξενοφοβίας και του ρατσισμού. Εάν λάβουμε υπόψη μας τις τραγικές ανισό­τητες ανάμεσα σε Βορρά και Νότο, το μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα και τις ανομίες που υπάρχουν στις μεγάλες χώρες, όπως η Ιταλία, καταλαβαίνουμε εύκολα ότι γύρω από τα τρία αυτά θέμα­τα θα παιχτούν μεγάλα παιχνίδια. Αυτό με κάνει να καταλαβαί­νω ακόμη περισσότερο την ανάγκη της πολιτικής, της ιδεολογίας και της κοινωνικής συνοχής που θα αντιστρέψουν αυτές τις τρεις ψευδοϊδεολογίες.
Εγώ δέχομαι σκληρή κριτική στα πολιτικά κόμματα. Δέχομαι σκληρή κριτική στους πολιτικούς. Αλλά αυτού του είδους η κριτι­κή γίνεται στην πολιτική, δηλαδή γίνεται βάναυση κριτική στην ίδια τη δημοκρατία.
 
Για τη διάκριση Ιδιωτικός-δημόσιος τομέας

Αυτό λοιπόν δεν εί­ναι μόνο θέμα κοινωνικής δικαιοσύνης. Είναι καθαρά θέμα κα­πιταλιστικών σχέσεων ανάμεσα σε κεφάλαιο-εργασία. Ας μην ξε­χνάμε επίσης τη σχέση ιδίων κεφαλαίων προς τα συνολικά κεφά­λαια, τη συμμετοχή, δηλαδή, του κράτους και της κοινωνίας (χρη­ματοπιστωτικό σύστημα, επιδοτήσεις, επιχορηγήσεις κ.λπ.). Δη­λαδή, οι εργοδότες δεν είναι μόνο καπιταλιστές αλλά και διαχει­ριστές κοινωνικών πόρων. Δεν έχω αντίρρηση σ’ αυτό, αλλά πρέ­πει να το λάβουν σοβαρά υπόψη τους και εκείνοι. Άλλο θέμα αν κάποιος εργαζόμενος πραγματικά δε δουλεύει ή υπονομεύει την παραγωγή. Αλλά μόνο οι εργαζόμενοι υπονομεύουν την παρα­γωγή; Δυστυχώς, στην Ελλάδα οι πάντες υπονομεύουν την πα­ραγωγή και υπάρχει ένα status quo στη διανομή.
Τα αιτήματα των βιομηχάνων που συχνά στηρίζονται από τους εργαζόμενους ξέρετε ποια είναι; Πάγωμα των οφειλών των βιο­μηχάνων στο ΙΚΑ, πάγωμα των οφειλών στις τράπεζες, στην Εφο­ρία. Μείωση των τιμών του ρεύματος, πάγωμα των οφειλών στον ΟΣΕ κ.λπ. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Σημαίνουν συνεχή αύξηση του ελλείμματος του δημόσιου τομέα. Γιατί όταν μειώνεις την τιμή του ρεύματος στη ΔΕΗ, προφανώς αυξάνεις τη δαπάνη του δημόσιου τομέα, μέσω του ιδιωτικού. Στην ουσία είναι επέκταση του ιδιω­τικού τομέα μέσω του Δημοσίου
Πρέπει όμως να στα­ματήσει και η δική μας αντίληψη πως ό,τι είναι δημόσιο είναι κα­λό. Τα πανεπιστήμια πρέπει να κρατήσουν το δημόσιο χαρακτή­ρα τους, αλλά πρέπει και να συνδεθούν με την ιδιωτική πρωτο­βουλία στον τομέα της έρευνας και της παραγωγής. Αλίμονο αν δεν κάνουν βήματα και δε βρουν και χρηματοδοτικές ενισχύσεις, συνδεόμενα πράγματι με την ιδιωτική πρωτοβουλία, όπως και με το δημόσιο και κοινωνικό τομέα.
 
Περί εργασίας-παραγωγικότητας

Προσωπικά δεν ήρθα σ’ αυτό το υπουργείο για να χαϊδέψω τ’ αφτιά κανενός. Οι εργαζόμενοι δεν έχουν μόνο δικαιώματα, αλ­λά και υποχρεώσεις. Χρειαζόμαστε και πιο πολλή δουλειά. Δε μιλάω για εντατικοποίηση της δουλειάς αλλά για ποιότητα. Και πρέπει οι βιομήχανοι να καταλάβουν ότι είναι υποχρεωμένοι να δώσουν τα μέσα, την τεχνολογία, το σύγχρονο εξοπλισμό, το μάρ­κετινγκ, το σωστό μάνατζμεντ κ.λπ. Πρέπει να τα δώσουν στην εργατική τάξη, η οποία με τη σειρά της να τα αξιοποιήσει αυτά για να αυξήσει την παραγωγικότητα
Η ανεργία, κύριε υπουργέ, και ιδιαίτερα στους νέους, έχει πά­ρει στη χώρα μας ανησυχητικές διαστάσεις. Τι θα κάνετε;
Το θέμα είναι μεγάλο. Δεν αφορά μόνο το υπουργείο Εργασίας. Δεν αφορά καν μόνο την κυβέρνηση. Είναι θέμα ολόκλη­ρης της Πολιτείας, ολόκληρης της κοινωνίας. Όπως ήδη σας εί­πα, υπάρχει ένα σενάριο εξελίξεων στο χώρο της ανάπτυξης, της παραγωγής, που μας κάνει να τα δούμε όλα από την αρχή σε νέα βάση. Το πρόβλημα είναι κυρίως πρόβλημα εκπαίδευσης. Από εκεί ξεκινάνε τα πάντα. Τι ανάγκες έχουμε και ποια στελέχη χρειαζόμαστε.
Η αντίφαση ήταν ότι όλοι, ή σχεδόν όλοι, πολλές φορές υπο­νομεύουμε την παραγωγή και την παραγωγικότητα, ενώ αντίθετα υπήρχε ένα status quo στη διανομή του προϊόντος, του όποιου προϊόντος, που παράγουμε. Πρέπει να το αντιστρέψουμε. Πρέπει να ενώσουμε τις παραγωγικές δυνάμεις του τόπου για να αυξήσου­με την παραγωγή και την παραγωγικότητα. Και να συγκρουστού­με ελεύθερα στη διανομή.
 
Κριτική στο ΠΑΣΟΚ

Στο ΠΑΣΟΚ είμαστε υπέρ ενός τρίπτυχου: αποκέ­ντρωση - κοινωνικοποίηση - αυτοδιαχείριση. Επειδή είναι δύσκο­λο αυτό το τρίπτυχο, πολλοί από μας βρήκαμε μια ευκολία να το αντιστρέψουμε. «Αποκεντρώσαμε» πράγματι το θέμα της αναζή­τησης των υπαιτίων. «Κάποιοι άλλοι έφταιγαν έξω από μας». «Κοινωνικοποιήσαμε» τα λάθη μας, όταν τα ανακαλύψαμε και εί­παμε «ότι φταίμε όλοι μαζί». Και τελικά αυτοδιαχειριστήκαμε τους εαυτούς μας, όταν θέλαμε να αποφύγουμε το δημοκρατικό διάλογο και τις συγκρούσεις. Πολλές φορές δηλαδή λειτουργήσα­με προσωπικά.
Πρέπει λοιπόν να αντιστρέψουμε αυτή τη λειτουρ­γία και να ξαναφέρουμε το τρίπτυχο των στόχων μας στη σωστή του διάσταση. Απαιτείται γι’ αυτό σκληρή ιδεολογική δουλειά και πάνω απ’ όλα να εντείνει ο καθένας μας την πιο σκληρή του μάχη. Τη μάχη με τον εαυτό του.
 
Περί αναγνώρισης της προοδευτικής παράταξης

Αναφέρθηκε πολλές φορές χτες ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης στο Γέρο της Δημοκρατίας, στον Γεώργιο Πα­πανδρέου. Είναι η μοίρα όλων των ηγετών της Δημοκρατίας να τους θυμούνται οι αντίπαλοί τους μετά το θάνατό τους. Ποιος από μας, ποιος από σας, όλα αυτά τα χρόνια που ακολούθησαν τον Εμφύλιο, δεν άκουγε το μόνιμο μοτίβο της Δεξιάς για το Γέρο ως συνοδοιπόρο.
 
Υγεία

Όταν πρόκειται για το υπέρτατο αγαθό, την υγεία του ανθρώπου, δεν αρκούν οι συγκρίσεις, οι βελτιώσεις και τα άλματα που έγιναν σ’ αυτό το χώρο για να κερδίσεις μια μάχη στη Βουλή. Απαιτείται με αίσθημα ευθύνης να δώσουμε τις προοπτικές, να εντοπίσουμε τα προβλήματα, να προδιαγράψουμε τις βελτιώσεις που θα κατο­χυρώσουν την ολοκλήρωση και πλήρη ανάπτυξη του Ε.Σ.Υ.
 
’Απόσπασμα από την ομιλία στο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ το 1994’’

Το νέο ΠΑΣΟΚ μπορεί και πρέπει να πρωταγωνιστήσει στον απαραίτητο για τη χώρα μας πολιτικό εκσυγχρονισμό που προϋ­ποθέτει:
Πρώτον, σχέσεις κόμματος και κοινωνίας που στηρίζονται στην αξιοπιστία, στην αλήθεια, στη διαφάνεια, στην αποφυγή της διγλωσσίας, αλλά και στην έμπνευση, στη συμμετοχή, στη μέτρη­ση του κοινωνικού οφέλους και όχι του πολιτικού κόστους. Σχέ­σεις που υπερασπίζουν και στηρίζουν την εθνική λαϊκή ενότητα.
Δεύτερον, σχέσεις διακομματικές, που χαρακτηρίζονται από το διάλογο, το επιχείρημα, την εθνική συνεννόηση, ανεξαρτήτως των σκληρών ιδεολογικών και πολιτικών αναμετρήσεων, που απαιτούνται άλλωστε μεταξύ αντιπάλων πολιτικών δυνάμεων. Σχέσεις που επιδιώκουν επίσης τις προγραμματικές συγκλίσεις ανάμεσα σε παρατάξεις με κοινές αφετηρίες και βασικές αρχές, χωρίς αφορισμούς.
Τρίτον, σχέσεις εσωκομματικές, που προωθούν την πλήρη εσωκομματική Δημοκρατία, τη συλλογικότητα στις επεξεργασίες και στις αποφάσεις, την αποκέντρωση, την ελευθερία στις ιδεολογικές αναζητήσεις μέσω ρευμάτων, αλλά και την κοινή δράση, που κατοχυρώνουν την απαραίτητη πολιτική ενότητα.